Τρίτη 20 Απριλίου 2010

Επάγγελμα Χρυσούλα


Λένε πως πολλοί άνθρωποι ζουν δυο ζωές. Την τυπική 24ωρη ρουτίνα και εκείνη που υπάρχει μέσα στο μυαλό τους. Υπάρχουν και μερικοί άνθρωποι που προσπαθούν να φέρουν την φαντασία τους μέσα στην πραγματικότητα αλλά και εκείνοι που το καταφέρνουν, με αποτέλεσμα να αναδειχθούν σε επαγγελματίες της ανθρώπινης χειραγώγησης.
Πιο επαγγελματία άνθρωπο από τη μακαρίτισσα δεν γνώρισα και ευελπιστώ να μην ξαναγνωρίσω. Δεν πρέπει να έχω κυνηγήσει πιο πολύ κάποιον όσο τη Χρυσούλα. Γύρω στο  1,70 ύψος, μάλλον περισσότερο από 300 κιλά, ήταν αισθητικά μοναδική. Και λεσβία. Τέλη του 1998 και μια ενδεχόμενη συνεργασία για μια πρωινή εκπομπή μας φέρνει κοντά. Καταλήγουμε τελικά να φτιάξουμε μια θαυμάσια, μοναδική τοπική εφημερίδα για τον Πειραιά με εξαιρετική αισθητική και τη καλύτερη γλώσσα που θα μπορούσε να υπάρχει σε τοπικό έντυπο. Και σε μια χώρα όπου όλα είναι λαϊκά, όλα άρπα κόλλα, όλα φαντεζί, επιβιώσαμε για μερικά χρόνια, αλλά αυτή πλήρωσε με τη ζωή της, εγώ πλήρωσα με τον ίδιο μου τον εαυτό.
Προσπαθήσαμε να είμαστε ισορροπημένοι. Είναι αλήθεια αυτό. Για μια περίοδο αγαπούσε τη ζωή και με έμαθε κι εμένα βασικούς κανόνες ελευθερίας σκέψης. Οταν όμως πιέζεις για το αυτονόητο, το αποτέλεσμα είναι μόνον μαύρο. Ήρθε η Χριστίνα και έφυγε. Ήρθε η Τόνια και έφυγε. Ήρθε η Σοφία, έμεινε τέσσερα χρόνια, πλήρωσε το μεγαλύτερο τίμημα από όλες αλλά έφυγε αναγεννημένη, γεμάτη δύναμη έστω και αν οι σχέσεις της την ταλαιπωρούν αφού ακόμα αναζητεί την αρμονία και τη σιγουριά στην αγκαλιά μιας σχέσης. Και αυτό θα έπρεπε να είναι για μένα πηγή έμπνευσης.
Εγώ έφυγα και γύρισα τρεις φορές. Και εγκατέλειψα μόνον όταν είδα ότι μπροστά μου δεν είχα έναν άνθρωπο αλλά ένα παραμορφωμένο τέρας.
Με άγγιζε και αφαιρούσε όλη την ενέργεια από πάνω μου. Δούλευα και δεν έπαιρνα τίποτα. Δούλευα ακόμη περισσότερο και ζητούσε ακόμη περισσότερα. Αυτό που με πλήγωσε όσο τίποτε άλλο στη ζωή μου είναι το εξης συμβάν: Για το κλείσιμο ενός τεύχους, είχα δουλέψει 36 ώρες ασταμάτητα. Μετά από μία βδομάδα, έβγαινε επετειακό όπου έγραψε ένα άρθρο όπου ευχαρίστησε τους πάντες εκτός από εμένα. Και μέχρι σήμερα, είναι η πιο έντονη ανάμνηση που έχω από εκείνη.
Της έδινα αγάπη (ανθρώπινη και όχι ερωτική όπως επί εννέα χρόνια έλεγε σε όλους τους άλλους) και εισέπραττα περιφρόνηση. Όχι γιατί δεν ήθελε αλλά γιατί δεν μπορούσε. Και στις δύο μεγάλες σχέσεις που μέσα στην προηγούμενη δεκαετία αξιώθηκα να κάνω, ήμουν ένας άνθρωπος που από τα μισά τους και μετά δεν ήξερα εάν είχα να δώσω, τι έπρεπε να κάνω. Και δύο όμορφοι άνθρωποι με εγκατέλειψαν θλιμμένοι γιατί ανακάλυψαν ξαφνικά ότι άλλο έδειχνα και δυστυχώς κάτι άλλο, πολύ μικρότερο ήμουν. Ειλικρινά, είχα την αίσθηση ότι από την αρχή έδινα την ίδια αίσθηση. Αλλά ήταν μια πλάνη.
Τα ελληνικά μου είναι μια χαρά. Και σαν γραφή και σαν ομιλία. Χάρις την μεγίστη Χρυσούλα, είχα κάνει - από ότι θυμάμαι -, δύο ή τρεις φορές, μερικά σαρδάμ στην ομιλία όταν ήμουν με τον Αποστόλη. Επίκουρος, πολύπλοκος, κυκλοθυμικός, την κάθε φορά που γινόταν αυτό, ξεραινόταν αλαζονικά στα γέλια. Και δεν υποτιμούσε το όποιο θεωρητικό υπόβαθρο έχω. Ήθελε απλά να επιβεβαιώσει ότι είναι καλύτερος. Και δεν αντέδρασα ποτέ, εγώ, που δεν αφήνω τίποτα να πέσει κάτω. Αυτό είναι ένα δώρο από τη Χρυσούλα, αυτό θα κάνουν και οι επόμενοι άνθρωποι στη ζωή μου εάν δεν επανέλθω στις αισθήσεις μου.
Γι' αυτό βρίσκω ενδιαφέρον όταν η Βίκυ λέει ότι η Χρυσούλα ήταν μεγάλο σχολείο. Εγώ, πολύ φοβάμαι ότι τελικά, τόσους μήνες από τον θάνατό της, δεν έχω μάθει τίποτα για τη ζωή, σε εκείνα τα 8 χρόνια που έζησα μαζί της.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου